Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περιβάλλον. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περιβάλλον. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Αγιάννης. Το Πανηγύρι της Κλένιας και το νεκροταφείο...

 
Έρευνα: Γιώργος Δελής.

     Στις 8 Μαΐου γιορτάζουμε  τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο στην εκκλησία του νεκροταφείου και το χωριό έχει πανηγύρι. Αυτή η ημέρα έχει την ιδιαιτερότητα να γιορτάζουν στο χωριό μας οι Γιάννηδες και όχι όταν γιορτάζουν οι περισσότεροι στις 7 Ιαν.   Για την ιστορία της εκκλησίας και του νεκροταφείου έχουμε αναφερθεί σε παλαιότερη ανάρτηση...  Εδώ
   Φέτος δημοσιεύουμε τα πρακτικά της Κοινότητος, πριν από ένα αιώνα περίπου, για τη μεταφορά του νεκροταφείου, από την θέση της Παναγίας (εκεί που σήμερα βρίσκεται ο κύριος ναός της Κλένιας, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου) στον Άγιο Ιωάννη. Έτσι βλέπουμε την αρχή της ιστορίας, ενώ στο τρίτο  πρακτικό βλέπουμε την υποχρεωτική  συμμετοχή, μέσω του θεσμού της εισφοράς και της προσωπικής εργασίας , της κάθε οικογένειας, για την περίφραξη  του νεκροταφείου.
   Εντύπωση προκαλεί το αυστηρό πρόστιμο  500 δρχ που θα επιβάλλετο, σε περίπτωση μη συμμορφώσεως με τις αποφάσεις της κοινότητος, αν σκεφθούμε ότι το πρώτο στρέμμα για την εγκατάσταση του νεκροταφείου αγοράσθηκε τότε (1921)  αντί 900 δρχ. ( Ο ΤΕΩΣ ΔΗΜΟΣ ΚΛΕΩΝΩΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ 19ος  – 20ός  Αιώνας τόμος Β΄σελ 389, των ερευνητών συγγραφέων: Ξενοφώντα  Ηλία και Ζωής Ηλία ).
   Ακόμη από το παραπάνω βιβλίο σελ.388 αντλούμε την πληροφορία ότι η Κλένια το 1920 είχε 636 κατοίκους και το 1928  είχε 774 κατοίκους . Δεδομένου ότι οι οικογένειες τότε ήσαν πολυπληθείς, υποθετικά δεν πρέπει να υπερέβαιναν  τις 80.
  Το νεκροταφείο μεταφέρθηκε και λειτούργησε στην νέα του θέση το 1925.


Πράξις 67
   Το Κοινοτικόν Συμβούλιον της Κοινότητος Κλένιας αποτελούμενο εκ των κάτωθι προτοενγεγραμμένων μελών συνελθόν εις συνεδρίασιν σήμερον την 7ην του μηνός Φεβρουαρίου 1921 κατόπιν της υπ αριθ. 4 εέ προσκλήσεως του κ.Προέδρου του Κοιν. Συμβουλίου περί μεταφοράς του Νεκροταφείου της Κοινότητός  μας αλλαχού καθ΄όσον το υπάρχον τοιούτον ευρίσκεται εντός του χωρίου μας και εις το βόρειον μέρος του χωρίου  μας και  ως εκ τούτον είναι ανθυγιεινότατον και ο χώρος του επληρώθη καταστάντος  ανεπαρκής και ακατάλληλος.
   Το Σώμα ακούσαν του κ. Προέδρου την πρόταση ήν ευρίσκει δεδικαιολογημένη και νόμιμον και σκεφθέν 
                                                                        Αποφαίνεται
    Εκφράζει ευχή όπως μεταφερθεί το υπάρχον νεκροταφείον της Κοινότητος μας αλλαχού εις  κατάλληλον μέρος καθ΄όσον το υπάρχον είναι εις θέσιν ανθυγιεινή και ακατάλληλον και δεν έχει χώρο κενόν.Ως τόπον ορίζομεν της εγκαταστάσεως αυτού των περιοχών Φλεβάρι και των του Αγ. Ιωάννη κατά τη γνώμη των κατοίκων.
Ο Πρόεδρος                                                                                     Τα μέλη
Σταύρος Γ. Δήμας                                                                       Δ. Κορδώσης
                                                                                                    Γ. Ζεμπερλίγκος
                                                                                                    Σ.Παναγής
                                                                                                    Θ.Σιαπκαράς 


Πράξις 69
  Το Κοινοτ. Συμβούλιον της Κοινότ. Κλένιας συνελθέν εις συνεδρίασιν  σήμερα την 21 του μηνός Μαρτίου 1921 ημέραν Κυριακήν και ώραν 2αν μ.μ παρόντος  του κ. Προέδρου και προτείναντος  την μεταφοράν του Νεκροταφείου  εις την θέσιν του Αγ. Ιωάννη να απαλοτριωθή  ο πέριξ  χώρος
               το σώμα άκουσαν τον κ. Πρόεδρο και σκεφθέν
                                                      Αποφαίνεται
Να απαλλοτριωθεί ο αγρός των κληρονόμων Γρηγορίου Μπακλώρη  προς ανέγερσιν νεκροταφείου και ο αγρός της Δημητρούλας κλ. Π.  Ζούπα*
Ο Πρόεδρος                                                   Τα μέλη
Σ.Δήμας                                                         Γ. Ζεμπερλίγκος
                                                                       Σ.Παναγής
                                                                       Δ.Κορδώσης

*Σ.Σ. Το «Ζούπα» είναι προσωνύμιο. Το επίσημο επώνυμο ήταν «Παρασκευά» (Πληρ.Χαραλ Ζεμπερλίγκου)

Ακολουθεί το 3ο Πρακτικό της Κοινότητος
........

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

Βρύσες της Κλένιας


Σήμερα η βρύση της Πλάκας
Έρευνα-Κείμενο: Γιώργος Δελής

    Το πρώτο δίκτυο ύδρευσης στο χωριό άρχισε να κατασκευάζεται την δεκαετία του 50. Τότε έγιναν τα λεγόμενα “έργα” στην απόληξη περίπου της ρεματιάς της Πλάκας, όπου τα υπόγεια νερά συγκεντρώθηκαν και οδηγήθηκαν με σωλήνες σε δύο μεγάλες υπόγειες δεξαμενές, πάνω από τον πλάτανο. Αυτό το έργο υφίσταται ακόμα και σήμερα αφού βέβαια κατά διαστήματα αλλάχτηκαν οι σωλήνες, που έφραζαν λόγω των αλάτων. Από τις δεξαμενές αυτές δημιουργήθηκε ένα δίκτυο ύδρευσης, που λειτουργούσε μηχανικά, με την βαρύτητα και πέρασε από τους κεντρικούς δρόμους του χωριού. Όλα έγιναν με την λεγόμενη τότε “προσωπική εργασία”, που κάθε οικογένεια προσέφερε σύμφωνα με το νόμο στην κοινότητα για να γίνουν κοινωφελή έργα. Με χειρωνακτική εργασία ( υπήρχαν ελάχιστα μηχανήματα τότε) γινόταν το στρώσιμο, διόρθωση δρόμων, επισκευή γεφυριών,  καθαρισμός, αποψίλωση, μάντρες, ύδρευση, συγκέντρωση-διευθέτηση  των τρεχούμενων νερών,  ακρίδες κτλ. Η “προσωπική εργασία” (7-8 μεροκάματα το χρόνο) καταργήθηκε την δεκαετία του 70.
   Όταν έγινε τότε το δίκτυο υδρεύσεως, κάθε σπίτι είχε συνήθως, μέσα από την αυλόπορτα, μία βρύση από όπου έπαιρνε νερό η οικογένεια για όλες τις δουλειές. Δεν υπήρχε η σύγχρονη κουζίνα, το λουτρό και το εκτεταμένο δίκτυο νερού που έχουμε σήμερα στις αυλές και στα σπίτια μας. Φυσικά δεν υπήρχαν και μετρητές νερού.
   Πριν από όλα αυτά όμως τι γινόταν; Οι λιγοστές αναμνήσεις των νεωτέρων, οι πολύτιμες μαρτυρίες των γερόντων και τα πρακτικά της κοινότητάς, δίνουν τη δυνατότητα για ένα προσεγγιστικό σχεδιασμό του τότε απλού δικτύου ύδρευσης του χωριού.
    Το χωριό λοιπόν είχε αρχικά τρεις κεντρικές βρύσες. Η πρώτη ήταν της Πλάκας που υφίσταται και σήμερα σε σύγχρονη μορφή πάνω από τον πλάτανο. Η βρύση αυτή  είναι η πιο παλιά και κατασκευάσθηκε γύρω στο 1890. Μετά υπήρχε  η βρύση του Αγίου Γεωργίου, στο πάνω μέρος της εκκλησίας, που φτιάχτηκε πρωτίστως για να έχει νερό η εκκλησία  και τρίτη ήταν η βρύση στο Σκουπέικο, πάνω από το σπίτι του Σκούπα και σε επαφή με τη βόρεια πλευρά του οικοπέδου του Κώστα Κοντογιάννη. Η περιοχή εκεί στις αρχές του 20ου αιώνα είχε ελάχιστα σπίτια και λεγόταν Μαγούλα. Αυτές οι τρεις βρύσες εκτός από τις γούρνες είχαν και από μια μεγάλη στέρνα, στις παρυφές της οποίας κοπανούσαν οι γυναίκες τα χοντρά σκεπάσματα. Αργότερα φτιάχτηκε μία βρύση  στο Μπαλέικο, εν επαφή με τη βόρεια παρειά του βορειοανατολικού άκρου του οικοπέδου του παπά Χρήστου Σιαπκαρά.  Υπήρχε επίσης και μια ακόμα βρύση  η λεγόμενη «παλιά βρύση».  Η αρχική της θέση ήταν  στη μέση της κεντρικής πλατείας του χωριού. Αργότερα μετεφέρθη στο κάτω μέρος, όπου και οι περισσότεροι την θυμόμαστε, εκεί που σήμερα αρχίζει ο χώρος του σιντριβανιού και σε χαμηλότερο επίπεδο από εκείνο της πλατείας. Αυτή η βρύση  έπαιρνε νερό από μια στέρνα με πηγή πιο πάνω, που βρισκόταν δίπλα  από το σπίτι του Γιάννη του Γκίκα  (Μπέλου). Οι άλλες τέσσερες  βρύσες έπαιρναν νερό από την στέρνα, που βρισκόταν στο σημείο που σήμερα είναι οι υπόγειες δεξαμενές. Από την στέρνα έφευγε ένας κεντρικός σωλήνας  και έκανε την διακλάδωση για τις δύο βρύσες πριν το τότε σπίτι των Αριστείδη και Χαράλαμπου Δήμα. Στην είσοδο του σωλήνα έβαζαν μαλλιά για να γίνει κατά κάποιο τρόπο το φιλτράρισμα και να μην εισέρχονται ξένα αντικείμενα  στο δίκτυο. Όλες οι βρύσες είχαν πάντα τρεχούμενο νερό, χωρίς διακόπτες, που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι για την λάτρα τους και για ποτίσματα με σειρά, όπως θα δούμε και από τα πρακτικά της κοινότητας.
   Οι γραφικές εικόνες και οι ειδυλλιακές σκηνές στις πετρόκτιστες αυτές βρύσες  άρχισαν να σβήνουν σιγά σιγά απ’ τη μνήμη,  στων δεκαετιών το διάβα, με τον συνεχή εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη του χωριού, που οδήγησε στην κατεδάφιση του παλιού συστήματος ύδρευσης. Δυστυχώς προς το παρόν δεν βρέθηκαν φωτογραφίες από τον όμορφο και σκληρό εκείνο κόσμο . Μακάρι κάποιος χωριανός να έχει στην προσωπική του συλλογή τέτοια πολύτιμα στοιχεία για να κάνει κοινωνούς και τους νεώτερους Κλενιάτες. Η ανάπτυξη βέβαια δημιούργησε και μεγαλύτερες απαιτήσεις για νερό. Το χωριό πλέον ενισχύεται με νερό το καλοκαίρι από τις γεωτρήσεις του Ξερόκαμπου.   Μία εικόνα για το πώς γινόταν η διαχείριση του νερού από τις πιο πάνω κοινοτικές βρύσες, παίρνουμε από τις αποφάσεις που έπαιρνε η κοινότητα την δεκαετία του 20. Τα τέσσερα πρακτικά που δημοσιεύουμε (με την κατά το δυνατόν σχετική αποδελτίωση, που παρέχουν και το επίσημο λεξιλόγιο της εποχής)  είναι αρκετά κατατοπιστικά.
Πραξις 174

Το κοινοτικό Συμβούλιον της κοινότητας κλένιας συγκείμενο εκ των κατωθι αναφερομένων αυτού μελών συνελθέν σήμερον τήν 30 Μαρτίου 1927 ημεραν κυριακήν και ώραν 6.μ.μ.εν τω ενταυθα κοιντ. κατάστημα και υπό τήν προεδρείαν του κου προέδρου Θωμά Γ Δήμα συνεπεία της υπ αριθ’ 204  προσκλησεώς  του κοινοποιθείσης νομίμως και εμπροθέσμως εις ένα έκαστον των κοιντ. Συμβούλων προς συζητησιν  και επιληφθέν του κάτωθι αναφερομενου  θέματος.
Α) Περί υποβολής φορολογίας εις τούς εκ των διαφόρων κρηνών  της κοινοτητός μας (κάτοικοι) ποτίζοντες διάφορα οπωρικα (λαχανόκηπους)
                    Το σώμα συσκεφθεν ομοφώνως
                           Αποφαίνεται
..........

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

Το καταφύγιο.



    Γράφει ο Τέλης Δελής,
   Ένα υπόγειο καταφύγιο, μέσα στη γη που δυστυχώς δεν υπάρχει πια. Απαθανατίστηκε σε φωτογραφίες την δεκαετία 80 όταν είχε αρχίσει να καταρρέει κάτω από τις καιρικές συνθήκες μετά την κατάρρευση του σπιτιού.
   Βρισκόταν κάτω από το παλιό πατρικό μας, το σπίτι του Βασιλείου Δελή και στο λεξιλόγιό μας τότε ήταν, ‘’το μπουντρούμι’’. Το σπίτι είχε υπόγειο που καταλάμβανε τη μισή επιφάνεια ενώ στο άλλο μισό υπήρχε το καταφύγιο μέσα στη έδαφος. Άγνωστο πότε σκάφτηκε-κατασκευάστηκε και από ποιους. Οι πηγές που θα μας έδιναν πληροφορίες δεν υπάρχουν πια. Το σίγουρο είναι ότι υπήρχε πριν και από τον B΄ Παγκόσμιο πόλεμο εάν υπολογίσουμε ότι το σπίτι υπήρχε την εποχή του παππού μου που είχε γεννηθεί το 1872.  Προφανώς θα χρησιμοποιήθηκε για ασφάλεια κατά την διάρκεια των πολέμων, αλλά και σαν  ψυγείο για την συντήρηση ευαίσθητων προϊόντων, μέχρι που εγκαταλείφθηκε την δεκαετία του 60.
   Όπως βλέπουμε στις φωτογραφίες, μία πέτρινη σκάλα ξεκινούσε από την καταπακτή που υπήρχε στο πάνω δωμάτιο του σπιτιού, οδηγούσε στο υπόγειο. Από το υπόγειο ξεκινούσε ο διάδρομος – στοά, σκαμμένος μέσα στη γη, (με κατεύθυνση νότια), μήκους 4÷5 μέτρων, που οδηγούσε στο πρώτο κυκλικό χώρο επιφάνειας 5÷6 τετρ. μέτρων περίπου, με ύψος μικρότερο από 2 μέτρα. Δεξιά (με κατεύθυνση δυτική), μια μικρή είσοδος οδηγούσε σε δεύτερο υπερυψωμένο κυκλικό χώρο, μικρότερης επιφάνειας και ύψους. Στο βάθος αυτού του χώρου παρατηρούμε μια τρύπα. Προφανώς επειδή προς αυτή την κατεύθυνση και σε μικρή απόσταση  υπήρχε το πηγάδι του σπιτιού,  η τρύπα βοηθούσε την ψύξη και υγρασία του χώρου.
   Όποιος γνωρίζει, αν υπάρχουν ή υπήρχαν αλλά τέτοιου είδους καταφύγια στην Κλένια, καλό θα ήταν να έρθει σε επικοινωνία μαζί μας, ώστε να τα αναδείξουμε μένοντας στην ιστορία.
   Όλα αυτά σήμερα βέβαια δεν σημαίνουν τίποτα. Μία ανάμνηση, περισυλλογή και θαυμασμό για το πως έζησαν και τι πέρασαν οι πρόγονοί μας. Ένα πέρασμα στην ιστορία...

Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2017

Ο Ελαιώνας που τραγουδούσε κι ο Ελαιώνας που μουγκρίζει.



Γράφει  ο Ντίνος Κορδώσης.

     Δεν ήταν η πρώτη φορά η σημερινή που μακάριζα τα παιδιά που δεν είχαν γονείς αγρότες και μπορούσαν να χορταίνουν το παιχνίδι. Δεν με τρόμαζε η δουλειά, αλλά όταν σκεπτόμουν πως Σαββατιάτικα θα έχανα το απογευματινό ποδοσφαιρικό γλέντι στο  βραχιά μου ερχόταν να σκάσω. Η εντολή του πατέρα όμως ήταν σαφής. «Όταν σχολάσεις θα έρθεις κατ’ ευθείαν στις ελιές στο «Φλεβάρι» και ήταν αδιανόητο ένας δεκαπεντάχρονος εν έτει 1965 ν’ αγνοήσει τις εντολές του γονιού του.  Βρισκόμαστε στα μέσα του Δεκέμβρη, ο κόσμος είχε ξεκινήσει το λιομάζωμα , τα τρία λιοτρίβια του χωριού Φουρνιάς,  Υδραυλικό, Μπαλέϊκο, (η Μοδιστρούλα είχε ήδη εγκαταλειφθεί)  είχαν μπει σε λειτουργία κι ο αγέρας έφερνε εκείνη τη χαρακτηριστική μυρωδιά απ’ τα λιόζουμα που κυλούσαν στα ρέματα.
     Με βαριά καρδιά αποχαιρέτησα στην πλατεία τους συμμαθητές που συνοδοιπορούσαμε σε όλο το δρόμο απ’ το Γυμνάσιο Χιλιομοδίου και τράβηξα δυτικά για το λιοστάσι, με βήμα αργό και βαρύ, με  το κεφάλι σκυφτό, σαν να με πήγαιναν για εκτέλεση. Αν και ήταν μια ευχάριστα ηλιόλουστη μέρα με ελαφρό αεράκι, η σκέψη πως σε λίγο θα κοψομεσιαζόμουν μαζεύοντας χαμολιό με το γόνατο μέσα στη λάσπη, επέτεινε την κατήφεια μου. Όσο αργά όμως και να βάδιζα, κάποτε πλησίασα το σημείο όπου θ’ άφηνα το δρόμο για να πιάσω το μονοπάτι όταν ξαφνικά στάθηκα σούζα! Μια θεσπέσια μελωδία βγαλμένη από κάποια μαγική φλογέρα ξεχυνόταν απ’ την πλευρά του βουνού κι ερχόταν με τους κυματισμούς του αγέρα προς το μέρος μου. Έμεινα ακίνητος σαν να φοβόμουν πως αν σάλευα θα τρόμαζε ο ήχος και θα χανόταν. Έμεινα έτσι κάποια δευτερόλεπτα μέχρι που άλλαξε η κατεύθυνση του ανέμου και η μελωδία έπαψε ν’ ακούγεται. Ξεκίνησα αλλά μετά από κάποια βήματα ο ήχος ξαναχάϊδεψε         τ’ αυτιά μου και ξανά στον τόπο εγώ. Πότε δυνάμωνε ο αχός και πότε λιγόστευε,  με θλίψη, με νοσταλγία, με παράπονο, όμως πάντα με γλυκύτητα απαράμιλλη τραγουδούσε ο βοσκός τον καημό της καρδιάς του. Κάποια στιγμή  έπαψε            ν’ ακούγεται και συνέχισα το δρόμο μου. Οι σπίνοι είχαν ήδη κάνει την εποχιακή μετανάστευσή τους από τα βόρεια και χαμηλοπετούσαν στη χλόη τσιμπολο-γώντας με κείνο το χαρακτηριστικό μονότονο κελάιδισμά τους. Που και που, διακρινόταν το κιτρινοπράσινο φτέρωμα κάποιου φλώρου ανάμεσα. Από μια λακκούβα που κρατούσε ακόμα νερό απ’ τη χθεσινή βροχή, πέντε, έξι νερόσπινοι φτεράκιασαν τρομαγμένοι αφήνοντας ένα παρατεταμένο ήχο που έμοιαζε με κείνον του γρύλου στο κατακαλόκαιρο. Στις βατομουριές ένας κατάμαυρος κιτρινομύτης κότσυφας έκανε το συνηθισμένο του σαματά και οι καρακάξες πάντα επιφυλακτικές στην ανθρώπινη παρουσία, πετούσαν από δέντρο σε δέντρο καθώς πλησίαζα φροντίζοντας να βρίσκονται πάντα σε απόσταση ασφαλείας. Κοντοστάθηκα πριν κατηφορίσω στη λάκκα του ελαιώνα για ν’ απολαύσω τη μουσική της φύσης. Η γλυκόλαλη φλογέρα του βοσκού, τα κελαιδίσματα των μικρόπουλων απ’ τους θάμνους, οι κρωγμοί των κορακιών, η κραυγή του γερακιού, το γαύγισμα κάποιου σκύλου, το παραπονιάρικο του γαϊδάρου γκάρισμα, κι από κάπου μακριά το τραγούδι κάποιας εργάτριας, μαζί με πλήθος άλλων ήχων,  συνέθεταν το πολύαχο  μουσικό καμβά  της φύσης,   που τραγουδούσε την ομορφιά του κόσμου. Πήρα μια βαθειά παρατεταμένη ανάσα γεμίζοντας τα πνευμόνια μου με αέρα και την καρδιά μου αισιοδοξία. Είχα τα νιάτα, την προσδοκία ενός προκλητικά, συναρπαστικού αγώνα για τη ζωή μπροστά μου. Όσο πιο δύσκολος τόσο πιο ενδιαφέρων τι, το χαμολιό θα φοβηθούμε τώρα; Κι όρμησα στον κατήφορο σιγοσφυρίζοντας με επιθετικές για τις πεσμένες ελιές διαθέσεις.
     Κάπως έτσι ανάσαινε η φύση και τα πλάσματά της εκείνο τον καιρό, αλλά ο μόχθος, μόχθος. Αφού τέλειωνε το χαμολιό, ξεκινούσε η συλλογή των ελιών που είχαν απομείνει στο δέντρο. Συνήθως προηγούνταν μια, δυο γυναίκες που μάζευαν βιαστικά όσες ελιές είχαν πέσει στο μεταξύ και έστρωναν τα λιόπανα. Ακολουθούσαν οι άντρες τινιαχτές που συνήθως είχαν μεγαλύτερη αμοιβή από εκείνη των γυναικών. Η πτώση των ελιών απ’ τα λιόδεντρα στα λιόπανα γινόταν με γυμνά χέρια με τη μέθοδο του αρμέγματος. Ο τινιαχτής έφτανε της ελιές ανεβασμένος στη σκάλα των 5 περίπου  μέτρων, την οποία μετέφερε από τη μια  θέση στην άλλη περιμετρικά. Τις κλάρες που δεν έφτανε τις ράβδιζε ή τις έκοβε με πριόνι. 
Το βράδυ στο σπίτι γινόταν το κοσκίνισμα για τον αποχωρισμό του καρπού από μικρά κλαδιά και φύλλα, γιατί τα λιοτρίβια δεν διέθεταν αποφυλλωτήρια. Γινόταν  σε καλαμένιες ή από βέργες λυγαριάς κοσκίνες, που είχαν συνήθως το μέγεθος εσωτερικής πόρτας σπιτιού. Έτσι μετά το δείπνο έφτανε κατάκοπος ο δουλευτής να πλαγιάσει με τις παλάμες πληγωμένες και ταλαιπωρημένες  απ’ τα κλαδιά. Οι ρώγες των δακτύλων αποκτούσαν ρωγμές  και πονούσαν. Δύσκολα κανείς μπορούσε να σφίξει το χέρι του σε γροθιά χωρίς πόνους το πρωί. Ωστόσο σαν ανέβαινε ο Ήλιος,  φαιδρύνονταν οι γλώσσες,  ξεκινούσαν στο λιοστάσι το τραγούδι οι κοπελιές και όλο και βρίσκονταν κάποιοι σεβνταλήδες να το συνεχίσουν με πάθος.
      

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

Άγιος Νικόλαος

Έρευνα : Γιώργος Δελής.
       Στις 6 Δεκεμβρίου γιορτάζει το εξωκλήσι του χωριού μας ,ο Άγιος Νικόλαος. Για  την ιστορικότητα αυτού του ναού θα παραθέσουμε πιο κάτω τις αναφορές   και καταγραφές ειδικών ερευνητών και μελετητών.  Εμείς θα αναφερθούμε στην σημερινή κατάσταση. Προηγουμένως όμως θα σταθούμε με δέος  στο γεγονός ότι  ο αυτός ο ναός  έχει κτισθεί πριν κτισθούν   τα μοναστήρια των Μετεώρων.  Άντεξε τουρκοκρατία, παγκόσμιους και τοπικούς πολέμους και την φθορά του χρόνου  αιώνες τώρα.
   Ας τον προσέχουμε λοιπόν, να τον φροντίζουμε και να τον περιβάλλουμε με αγάπη και σεβασμό . Με κάθε ευκαιρία να τον προβάλλουμε σαν το αρχαιότερο θρησκευτικό αξιοθέατο και σύμβολο της ευρύτερης περιοχής και να είμαστε υπερήφανοι γι αυτόν.
   Ας του δώσουμε λίγο χώρο να αναπνεύσει. Η καλλιέργεια της γης μέχρι τον προαύλιο χώρο δεν επιτρέπει στο εκκλησίασμα να σταθεί με την αξιοπρέπεια και την κατάνυξη που αρμόζει .Είναι λοιπόν αδικημένος ο Άγιος Νικόλαος μιας και σε κανένα άλλο ξωκλήσι δεν συμβαίνει αυτό και οπωσδήποτε η ευλογία του αξίζει περισσότερο από λίγα τετραγωνικά μέτρα γης.
   Και ας αναρωτηθούμε, ας  προβληματιστούμε  γιατί δεν υπάρχει μια πρόσβαση. Να πάρουμε πρωτοβουλία να οριοθετήσουμε ένα μονοπάτι, μια πρόσβαση που να μπορεί κάποιος,  που θέλει επισκεφθεί ,να θαυμάσει, να προσευχηθεί, να φθάσει με σχετική ευκολία και ασφάλεια. Ας το λάβει υπ όψιν ο Πρόεδρος , ο Δήμαρχος, ο Σύλλογος , ας ενεργοποιηθούμε όλοι. Το οφείλουμε στην ιστορία, στον πολιτισμό μας, στα παιδιά μας, στον Άγιο Νικόλαο.


Στο εξαιρετικό βιβλίο: Ο ΤΕΩΣ ΔΗΜΟΣ ΚΛΕΩΝΩΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ 19ος  – 20ός  Αιώνας 
τόμος Β΄, οι ερευνητές συγγραφείς: Ξενοφώντας  Ηλίας και Ζωή Ηλία αναφέρουν
για τον Άγιο Νικόλαο:

1) Άγιος Νικόλαος (ο παλαιότερος Βυζαντινός ναός): Δυτικά του σημερινού χωριού Κλένια, ένα χιλιόμετρο περίπου βρίσκεται ο μονόκλιτος σταυρεπίστεγος ναός του Αγίου Νικολάου.

Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2017

Νυφίτσα…Άι Λιάς




   Όλοι τον βλέπουν, λίγοι τον ξέρουν και ελάχιστοι τον θυμούνται.  Ο Άι Λιάς στη Νυφίτσα.
   Για την ιστορία: (Αφήγηση Χαράλαμπου Ζεμπερλίγκου από προφορική παράδοση.) «Το εξωκκλήσι το έχτισε ο Νικόλαος Κορδώσης που είχε γεννηθεί τα 1842. Δεν λειτούργησε ποτέ διότι λόγω του κακοτράχαλου εδάφους δεν πήγε ο Δεσπότης να το εγκαινιάσει. Η Αγία Τράπεζα ήταν από μονοκόμματη πέτρα της περιοχής (στουρνάρι).Οι λιγοστές εικόνες (5-6) που υπήρχαν κάποια στιγμή μεταφερθήκαν και τοποθετήθηκαν στο Ιερό του Αγίου Γεωργίου. Τα χωράφια μεταξύ της Νυφίτσας και της Ψηλής Ράχης ήταν του μοναστηριού της Φανερωμένης και τα νοικιάζαμε για την καλλιέργεια δημητριακών. Στην κορυφή του  Άι Λιά είχε σκοτωθεί από κεραυνό ο Λεωνίδας ο  Σκούρτης. Παλιά στην εορτή του Άι Λιά άναβαν φωτιές το βράδυ στα εξωκκλήσια που γιόρταζαν. Όταν πήγα το 1946 οι τοίχοι υπήρχαν και στις γωνίες οι τσοπάνηδες είχαν φτιάξει απάγκια για να προφυλάγονται από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες»
   Κανείς από τους παλιούς δεν θυμάται να εορτάζεται και να λειτουργεί. Η πρόσβαση πάντα  δύσκολη, από κάποια κακοτράχαλα μονοπάτια, γι αυτό ίσως αφέθηκε στην φθορά του χρόνου, ανεμοδαρμένος από όλες τις πλευρές του ορίζοντα.
   Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι δρόμοι που φτιάχτηκαν για τα αιολικά πάρκα της Ψηλής Ράχης κάνουν εύκολη την πρόσβαση με αυτοκίνητο από την Νότια πλευρά της Νυφίτσας  και φθάνεις σε απόσταση αναπνοής. Μετά η ανάβαση άνετη. Σ΄ένα τέταρτο χωρίς ιδιαίτερο εξοπλισμό είσαι στην κορυφή. Υψόμετρο 1010μ. γράφει το GPS.
   Και εκεί σε περιμένει η μαγεία όπως αποτυπώνεται και στις φωτογραφίες. Το μάτι σου χάνεται προς όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα, εκτός από τον Νοτιά που δεσπόζει παράλληλα η Ψηλή Ράχη 50-60 μέτρα ψηλότερα με τις ανεμογεννήτριες τώρα. Η όποια κούραση αποζημιώνεται με το παραπάνω. Κάθεσαι στα βραχάκια και απολαμβάνεις. Ξεκουράζεσαι και ανοίγει το μυαλό σου. Αν τύχει δε και την νύχτα έχει φυσήξει κάνα βοριαδάκι τότε όλα είναι πεντακάθαρα και τα βλέπεις ΄΄αφ υψηλού΄΄
   Η επίσκεψη έγινε αρχές Οκτωβρίου. Προφανώς την άνοιξη θα είναι συναρπαστική γιατί πιο κάτω θα επισκεφτείτε τον Άι Νικόλα (όχι το εξωκλήσι του χωριού) με τον πλάτανο, που από το 1955 που τον φύτεψαν οι τσοπαναραίοι έχει θεριέψει και το νερό του θα είναι τότε τρεχούμενο. Αλλά και κάθε εποχή έχει τις χάρες της.
   Πάρτε το σακίδιό σας ,την φωτογραφική σας μηχανή, πρόχειρο φαγητό και η μικρή εκδρομή στο ψηλότερο σημείο της Νυφίτσας θα σας  ξεκουράσει και θα σας δώσει νέες δυνάμεις.

Eιδήσεις

Όλη η επικαιρότητα στο palo.gr


Ειδήσεις περιφέρειας...