Έρευνα-Καταγραφή: Γιώργος Δελής.
Το
παρατσούκλι είναι ένα όνομα που δίνεται σε κάποιον συνήθως και είναι (αν και
όχι πάντοτε) σκωπτικό ή ειρωνικό.
Δίνεται από τον περίγυρο: το χωριό, το
σχολείο, τον επαγγελματικό χώρο κτλ. και δεν δίνεται τυχαία .Συνήθως προκύπτει
από την εμφάνιση του ανθρώπου, την ιδιότητα του, κάποιο χαρακτηριστικό του
(ρούχο, εμφάνιση), κάποια ξεχωριστή πράξη που έκανε κάποιος, εκφράσεις που
συνήθιζε να λέει, ή ακόμα κρυφές ή φανερές ιδιαιτερότητες ή κουσούρια. Ο τρόπος
και το όνομα που δίνεται είναι ευρηματικός και έξυπνος.
Ο ιδιαίτερος αυτός χαρακτηρισμός συνόδευε
τον άνθρωπο σε όλη του τη ζωή. Πολλές
φορές όπως θα παρατηρήσουμε συνόδευε και εξακολουθεί να συνοδεύει όλη την
οικογένεια και μεταφέρθηκε και στους κληρονόμους μέχρι σήμερα.
Στα χωριά ίδιως παλιότερα οι άνθρωποι ήταν
γνωστοί κυρίως με το παρατσούκλι το οποίο πολλές φορές ήταν ισχυρότερο και
επισκίαζε το οικογενειακό τους όνομα. Πολλές φορές χρησιμοποιείται για διάκριση
μεταξύ ανθρώπων που έχουν το ίδιο επώνυμο.
Σε πολλές περιπτώσεις όπως θα δούμε οι
συγχωριανοί μας έχοντας ανεπτυγμένη την
αίσθηση του χιούμορ έχουν δώσει
παρατσούκλια με έντονο σκωπτικό χαρακτήρα.
Πολλά από τα παρατσούκλια έχουν την εξήγησή τους για το τι εκφράζουν
πολλά όμως είναι πλασμένα έτσι που μόνο ο “ νονός” τους θα μπορούσε να μας
εξηγήσει.
Ακόμα πολλά παρατσούκλια μεταφέρονταν στο βαφτισιμιό από τον νονό τους, γι αυτό βλέπουμε να
ανήκουν σε διαφορετικά επώνυμα και αυτοί συνήθως είχαν δύο παρατσούκλια.
Τα περισσότερα παρατσούκλια τα φέρουν οι
άνδρες. Οι γυναίκες σπάνια έχουν παρατσούκλια και συνήθως παίρνουν το
παρατσούκλι του άντρα (πατέρα συζύγου ή αδελφού) Ακόμα και τους παπάδες
πιάνουν τα παρατσούκλια από την οικογένειά τους που τα φέρει
(Παπα-τσαμάκος,Παπα-κουτούπης κτλ.)
Υπήρχαν παρατσούκλια που έφεραν
ολόκληρες συγγενικές οικογένειες (σόγια), όπως “Σιαφάκας” , “Σαμσέρης” και
“Καντηλάδες” για οικογένειες με επώνυμο Σιαπκαράς, “Λεούσης” με επώνυμο
Ζεμπερλίγκος, “Πιτουράς” με επώνυμο Μπαλής και άλλοι άντρες που είχαν σύζυγο
από τις Λίμνες.
Τέλος πολλά παρατσούκλια δεν
μεταφέρθηκαν μέχρι σήμερα για πολλούς και διαφόρους λόγους. Η εξέλιξη της
κοινωνίας όμως και το χιούμορ
δημιούργησε καινούργια όπως “Κούνας” (Δημ. Δήμας), “Μπαρμπέρης” (Δημ. Γκίκας),
“Εικοσιένας” (Δημ.Παπαθανασίου), “Ζιότης”, “Κεφάλας”, “Γιωργάκης”, “Πρόσφυγας”,
“Νούλης”, “Γκατζιώνης” , “Νυν και αεί”, “Πρε-πρε”, “Νικοκλάκιας”, “Μέκαψες”, “Μαρκεζίνης”,
“Γυαλάκιας”, “Σκράπας”, “Τσάτσος”, “Παπουτσάκης”,Μουράτης, κτλ.
Θα ήταν παράλειψη να μην
αναφέρουμε το παρατσούκλι όλων των Κλενιατών. Οι κάτοικοι λοιπόν των γειτονικών
χωριών τους είχαν βγάλει το παρατσούκλι “Τσετσέδες”, όπως τους Χιλιομοδιώτες
“Χαλδαίους”. Αυτό προέκυψε από την συνήθεια των συγχωριανών μας να προφέρουν το
γράμμα «κ» σαν «τσ» όταν αυτό το γράμμα εμπεριέχεται συνήθως σε λέξη
τοπωνυμίων, “Κοκκίνα=Κοτσίνα”, “Κοκκινιάς=Κοτσινιάς”. Το άλλο παρατσούκλι των
Κλενιατών είναι “Nενέδες” από την την συνήθεια να προσθέτουν ένα “νε” στο τέλος κάποιων λέξεων,
“των ανδρώ-νε”, “των γυναικώ-νε”, κτλ.
Με μεγάλη προσπάθεια κατορθώσαμε και με την
βοήθεια των κ. Χαράλαμπου και Παναγ. Ζεμπερλίγκου να συγκεντρώσουμε, πιστεύουμε το μεγαλύτερο
μέρος, από τα
παρατσούκλια των συγχωριανών μας που γεννήθηκαν μέχρι πριν τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο (Γύρω στο 1930). Οι πλειοψηφία αυτών δεν
υπάρχουν πλέον, πολλά όμως απ’ αυτά υφίστανται και σήμερα στους απογόνους.
Η ταξινόμηση στον πίνακα ΕΔΩ