Σημ. Οι φωτο είναι από το αρχείο του Πολιτιστικού Συλλόγου, ενώ στο τέλος δίνουμε ένα μικρό τμήμα της ηχογράφησης.
Νωρίτερα μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
είχε δύο ομάδες. Αφού μου είπαν εμένα να βάλουμε όνομα κλένια 1924 αλλά αφού
αναγνωρίστηκε η ομάδα πριν
Μία εποχή κάναμε δύο ομάδες. Εμείς οι πιο μικροί είμαστε Οι μικροί. Εμένα με βάζανε κάπου-κάπου μέσα γιατί τους έκανα αγγαρείες .Έπαιρνα την τριχιά από το σαμάρι και την πήγαινα να τη βάλουμε να φτιάξουμε το τέρμα από την μία κολόνα στην άλλη για τα γκολ. Ήμουνα και λίγο ζωηρούλης ε!! παίζαμε σιγά σιγά. Τα πρώτα παιχνίδια θα μουνα 13 χρόνων που έπαιξα . 13 χρόνων με φωνάζει ο Κολοβός. Ο Μήτσος ο Κολοβός έκανε κουμάντο και λέει «Αύριο πάμε στο Στεφάνι. Όποιος θέλει θαρθεί κοντά, όποιος δεν θα ρθει δεν θα ξαναπαίξει»
Τέλος πάντων εγώ και να μη μου λεγε έτσι,θα πήγαινα. Πάω εκεί πάνω. Το θυμάμαι τούτο δω έχει ιστορία. Με βάζουν μέσα γιατί έλειπε κάποιος μεγάλος. Δεν είχε έρθει. Με βάλανε μέσα Πέρασε σε κανένα τέταρτο μου κάνει ο μπάρμπα Κώστας ο Σουσάμης «ανιψιέ» μου κάνει μου δείξε με το χέρι. Ήταν ένα κόρνερ και μου στέλνει και με κεφαλιά το βάζω γκολ. Ε τι ήθελα να το βάλω το γκολ. Τρώω ένα σκαμπίλι από τον τερματοφύλακα τον Στεφανιώτη το Θανάση το Ριζογιάννη. Τάχασα .Τρέχει ο Νίκος. Ήταν Στεφανιώτης. Δεν θυμάμαι το επώνυμό. Ήταν ιδρυτής του Στεφανιού.
Ήρθε ο Κολοβόςς, ο Κόπανος, ο Αφθονίδης με είχε και ανιψιό «ρε γιατί το βάρεσες το παιδί;», «Γιατί μου έβαλε γκολ», «καλά σου έκανε ρε πρόστυχε» του λέει. Εγώ ύστερα φοβόμουνα να ζυγώσω κοντά και ήμουνα όλο ξέμπαρκος. Μου λέει ο Κολοβός. «Ε ρε μη φοβάσαι ρε, θα τους σκοτώσω ρε». Καραντούνιας ή Ριζόγιαννης λεγόταν ο Νίκος. Τέλος πάντων το βγάλαμε το ημίχρονο του λέω «βάλε κανένα άλλο μέσα». Στεναχωρήθηκα, έφαγα και σφαλιάρα 13-14 χρόνων ήμουνα. Μου ρθε η σκούφια γύρω. Βγαίνω έξω. Άκου να δεις περιπέτειες .Βγαίνω έξω και καθόμουνα. Έρχονται δύο παιδιά. «ρε έλα εδώ θα σε πάρει ο διάολος έβαλες γκολ». Βρε την προστυχία μου. Φυλαγόμουνα εγώ, έτρεχα με κυνηγάνε από πίσω. Βλέπω εκεί παράπλευρα στο γήπεδο στο βουνό είχαν στρώσει τις καπότες οι γέροι και ήταν ξαπλωμένοι και βλέπω μία καπότα και είχε ένα κενό. Πηδάω και πάω εκεί. «Βρε παιδί μου τι είναι» μου λέει .»Να με κυνηγάνε αυτά τα παιδιά, ρε μπάρμπα», «Τίνος είσαι ρε», «του Νικόλα του Κορδώση», «της Ελένης; εγώ έχω πρώτη ξαδέρφη τη μάνας σου. Ελάτε εδώ ρε τσογλάνια». Ήρθαν εκεί τους λέει «είσαστε δεύτερα ξαδέρφια, εγώ με τη μάνα του είμαστε πρώτα». Ε ηρεμήσαμε. Ήταν το πρώτο βάπτισμα του πυρός. Σαν να έπαιξα ολόκληρο ημίχρονο. Μετά τσούκου-τσούκου, τσούκου-τσούκου μετά ήρθε, μετά από τον Μποδοσάκη, το Σουσαμή, τον Αφθονίδη, τον Κολοβό, τον Κόπανο. Ε όλοι αυτοί αποχώρησαν. Είμαστε περίπου μετά τον πόλεμο μετά τον εμφύλιο.Έχω γεννηθεί το 1933.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς πήγατε στο Στεφάνι;
ΔΗΜ: Με τα πόδια. Με τα πόδια από τη Κουρδελιόπεσι.Από δω από τον Άγιο Παντελεήμονα. Βγήκαμε στον Αι-Λιά και πέσαμε από πίσω.
ΕΡ: Ταξίδι δηλαδή;
ΔΗΜ: Ήρωες αλλά. Ήρωες.
ΕΡ: Ήταν μία ώρα;
ΔΗΜ: Τέλος πάντων. Δεν μετράει η ώρα αυτή. Μετράει ότι παίξαμε καλή μπάλα.
ΕΡ :«και είχατε τραβήξει και το ποδαρόδρομο...».
ΔΗΜ: Και είχαμε τραβήξει και τον ποδαρόδρομο και μετά μας πήγανε σε ένα μαγαζί στου Σταμάτη και έφερε ένα κοφίνι ντομάτες και καμιά δεκαριά ρέγγες και πλακώσαμε το φαί' και μετά με τα πόδια στην Κλένια.
Μετά λοιπόν από τους Κόπανο, Αφθονίδη και τα λοιπά ήρθε η άλλη σειρά. Εγώ, ο Πλακούδας ο Μήτσος ο Μπακλώρης του Σπύρου. Πολλά παιδιά, ο Αντρέας του Κασιμάκη, ο Ντίνος του Παπά Σιαπκαρά, ο Γιάννης του Παντελή του Σιαπκαρά που ήταν καλός τερματοφύλακας, ήταν κοντός αλλά ήταν πολύ καλός τερματοφύλακας .Μετά τον Σιαπκαρά ανέλαβε ο Αντρέας ο Μπακλώρης. Τούτος εδώ ήταν πολύ καλός τερματοφύλακας. Ο Γιάννης ήταν καλός τερματοφύλακας μόνο που ήταν κοντός αλλά τον βoήθαγα εγώ. Εν τω μεταξύ οι μεγάλοι δεν αποχώρησαν τελείως... Όποτε θέλανε ερχόντουσαν και παίζανε.
Είχαν κλείσει εκείνη τη φορά μία ομάδα την Ελλάς Βέλου. Ήταν η πρώτη ομάδα εδώ στην Πελοπόννησο. Μας κάλεσε ο Κολοβός και πήγαμε στου Νικόλα του Μπακλώρη το μαγαζί. Δεν το είχε φτιάξει ακόμα. είχε φτιάξει τους τοίχους. Και κάτσαμε εκεί μέσα και μας είπε «αύριο θα ρθει μία ομάδα που πρέπει να τη νικήσουμε για να κάνουμε και λίγη χαρά στο χωριό. Δεν θα θυμώσει όποιος δεν παίξει. Θα φέρουμε και απο το Χιλιομόδι τον Τσέτο, τον Τάσο το Καλαρά του Τεντόρου το παρατσούκλι και θα φέρουμε ή το Ζαχάρη για τερματοφύλακα ή αν δεν έρθει ο Ζαχάρης θα φέρουμε τον Γιάννη το Μέξια». Αυτός που πούλαγε παγωτά στα σχολεία. Ε εμείς είπαμε «εντάξει δεν έχουμε αντίρρηση». Μετά πήγαν να μας το ξανακάνουν και αποφασίζουμε….
ΕΡ: Όταν ήρθε αυτή η ομάδα νικήσαμε;
ΔΗΜ:Νικήσαμε ναι νικήσαμε Μέχρι που σουρούπωσε παίζαμε. Ήταν και ο Κολοβός πολύ μαφία. Στήνει ένα φάουλ και σημαδεύει το διαιτητή. Τον παίρνει στο στομάχι και το ρίχνει κάτω. Εκεί φάγαμε πολύ ώρα, η νύχτα προχώρησε και είμαστε 2-2 και έληξε 2-2. Εγώ δεν έπαιζα ούτε τα άλλα τα παιδιά.
Μετά λέει ο Κουμπουράς ο Παναγιώτης ο Δήμας του Θωμά, ο Πατάκας ο γέρος και τα άλλα παιδιά. Λέει «κάνουμε μία ομάδα μοναχοί μας τα δεύτερα ,και τουςπαίξουμε μία μέρα». Λοιπόν εντάξει. Πάµε στο Άργος το Σάββατο. Εγώ ένα τσουβάλι στάρι και ο Πατάκας ένα τσουβάλι βίκο, ο Κουμπουράς είχε λεφτά και ήρθε και πήγαμε στο Σελί και πήραμε μία στολή. Το πρωί λέμε «το γήπεδο είναι δικό μας ,θα παίξουμε εμείς», « Όχι θα παίξετε πιο νωρίς εσείς» λέει και ο Σινάνος» και να μην παραξηγηθούμε παιδιά. Κακώς το κάνατε τούτο δω. Έπρεπε να σας βοηθήσουν οι μεγάλοι. Να σας πει τι θα κάνετε. Τώρα θα παίξουμε και οι δύο ομάδες θα μαλώσουμε; Όχι. Θα παίξει η μεγάλη με τους μεγάλους του Αγίου Βασιλείου και οι μικροί με τους μικρούς. Θα παίξετε πρώτα οι μικροί και μετά θα παίξουμε μαζί».
ΕΡ: Δηλαδή είχαν και τα άλλα χωριά μικρές ομάδες;
ΔΗΜ: Κολοκύθια. Η μεγάλη ήρθε του Αγίου Βασιλείου και άλλη μια ομάδα, Δεν θυμάμαι ποια ομάδα είχαν καλέσει. Εντάξει. όταν πήγαμε να παίξουμε μπάλα ο μπαρμπα Μήτσος ο Σινάνος εδώ πιο κάτω στο σπίτι το δικό σου με περίμενε μου λέει «έλα Δημητράκη από σένα δεν περίμενα τέτοια πράγματα δεν θα παίξεις με τους μεγάλους» λέω «θα παίξω μπάρμπα Μήτσο, θα με φτύσουνε» «Όχι δεν θα παίξεις» Τέλος πάντων με έπεισε να μην παίξω με τους μεγάλους. Και έπαιξε ο Γιώρης του Αχιλλέα του Κορδώση. Παίξανε σε αυτή την ηλικία τα άλλα τα παιδιά που ήσαν πίσω ο Κοuμπουράς, ο Πατάκας, ο Λεωνίδας ο Σκούρτης, πολλά παιδιά. Λοιπόν κερδίσαμε 4-0 οι μικροί. Εμείς οι μεγάλοι χάσαμε. Εγώ δεν ήμουνα μεγάλος αλλά με πήρε η μπόρα. Αυτό δεν έπρεπε να γίνει… έγινε. Δεν με μαλώσανε τα παιδιά. Ε μετά συμπτυθήκαμε οι δύο ομάδες και παίζαμε μπάλα… καλή. Φέρναμε ομάδες από την Αθήνα. Μεγάλες ομάδες.
ΕΡ: Σαν ΠΑΣ Κλένιας;
ΔΗΜ: Ναι. Τον Άγιο Δημήτρη ομάδα δεύτερης ή τρίτης. Τον Κολωνό. Πολλές ομάδες που δεν θυμάμαι τώρα. Και τι κάναμε. Ερχόντουσαν από το πρωί και την ώρα το μεσημέρι που ήταν για φαγητό είχαμε πει στους γονείς μας «έχω να φέρω τρία παιδιά να φάμε». Άλλος δύο. Τρώγαμε και μετά πηγαίναμε στην ώρα στο γήπεδο και παίζαμε μπάλα.
ΕΡ: Αυτές τις ομάδες που τις βρίσκατε; δηλαδή από τον Κολωνό ποιος την ήξερε την ομάδα;
ΔΗΜ: Στον Κολωνό ήταν ο Κουλούτας , δούλευε εκεί πέρα.,
ΕΡ: Οι Αθηναίοι δηλαδή που ήσαν από δω;
ΔΗΜ: Ναι τα παιδιά που ήσαν στην Αθήνα μας τους βρίσκανε από δω κάτω που πρώτο μπαίνουμε στην Πλάτωνος πως το λένε; Είχαμε πάει κι εμείς στην Αθήνα είχαμε παίξει. Με εκείνους που είχαμε πολλά νταραβέρια ήταν τα Αθίκια, η Περαχώρα, το Χιλιομόδι που τρωγόμαστε σαν τα σκυλιά. Να λέω την αλήθεια δεν είμαστε… δεν ήτανε… Μαλώναμε κάθε φορά που θα παίζαμε. Μαλώναμε. Είχαμε σπάσει και ένα πόδι εδώ ο ξάδερφός μου του Μποδοσάκη ο αδερφός.Λοιπόν τώρα οι ικανότητες... Ήσαν όλα τα παιδιά σχεδόν δυνατά .
ΕΡ: Να σου πω, προπονητή ας πούμε όπως είναι τη σήμερον ημέρα, υπήρχε κάποιος που τα συντόνιζε αυτά;
ΔΗΜ: Όσο υπήρχαν οι μεγάλοι μέσα, γιατί ο Αφθονίδης άργησε να φύγει ο Κόπανος και ο Κολοβός άργησαν να φύγουν από την ομάδα ήσαν αυτοί… κουμάντα.
ΕΡ: Κάνατε κάποια προπόνηση;
ΔΗΜ: Αμέ… Προπόνηση!!!. Όταν φύγανε αυτοί πήγαινα εγώ. Τα πήγαινα μέχρι τηνΚλεισούρα. Τάφερνα από την Πάνω Κλένια κάτω και στο δρόμο έμενα πίσω εγώ. Τι να έκανα; δεν άντεχα. Σταμάτησα εγώ ύστερα να παίζω μπάλα.
Πήγαμε στην Περαχώρα. Ο Κολοβός ήταν πολύ αστείος και χαρούμενος δηλαδή και μας έδινε πάντα, πάντα ευχάριστος. Πήγαμε νωρίς στην Περαχώρα, περάσαμε είδαμε ότι ήτανε να δούμε, «πάμε να σας κεράσω» και μας έδωσε κι ήπιαμε και από κανά δυο τρία ποτήρια κρασί και μετά πήγαμε να παίξουμε μπάλα. Τέλος πάντων πήγαμε να παίξουμε μπάλα. Όταν πηγαίναμε στο Λουτράκι σταματήσαμε για λίγο ο Πατάκας είχε αδερφή παντρεμένη στο Λουτράκι. Λέει «εγώ παιδιά θα πάω να δω την αδερφή μου και θα .ρθω», του λέει ο Κολοβός «άμα δεν είσαι εδώ εμείς φεύγουμε», και πραγματικά φύγαμε. Και ο Πατάκας κατεβαίνει εκεί που ήσαν τα ταξιά να πάρει ταξί να ρθει. Ήσαν δύο ανθυπολοχαγοί. Λένε «Πού πας ρε μπάρμπα» λέει «Περαχώρα», «να ρθουμε και εμείς να μοιράσουμε τα έξοδα;», «Ναι». Αυτοί ήσαν ποδοσφαιριστές της Περαχώρας.
Άστα να πάνε στο καλό να πάνε… Και έρχεται ο Πατάκας στο ημίχρονο. Χάναμε 1-0. Λοιπόν παίξαμε μπάλα χάσαμε 3-1. Το ευχαριστηθήκαμε, μας χειροκροτήσανε απέξω… Φύγαμε.
ΕΡ: Στην
Περαχώρα πως πηγαίνατε και από δω και από κει; με το λεωφορείο;
ΔΗΜ: Όχι ήταν φορτηγό που είχε ο Παύλος ο Μαυραγάνης ακόμα. Ύστερα πήρε το
λεωφορείο.
ΕΡ: Πώς
το λέγανε το φορτηγό;
ΔΗΜ:
Μπουζούκο. Μετά πάμε και παίζουμε έναν αγώνα στον Πανεργειακό. Με τα δεύτερα
του Παναργειακού. Μετά πρώτα θάπαιζε ο Ολυμπιακός την ίδια μέρα. Λοιπόν πήγαμε.
Μας πήγε ο Γιώργης ο Δήμας με του Λια του Κάργα ένα φορτηγό που είχαν. Είχανε
πάει να φορτώσουν αγκινάρες και μας πήρανε. Μετά ένας εδώθε και άλλος κείθε. Τέλος πάντων παίξαμε μία
μπάλα… πολύ καλή μπάλα και είχαμε και πάρει το Σπύρο τον Τσίρτση το δάσκαλο μας
βοήθησε και δεν θυμάμαι είχαμε και έναν άλλον. Ο Αντρέας ο Μπακλώρης που ήταν τερματοφύλακας
ήταν πάντα άξιος και ικανός και εκείνη την ημέρα ήταν πιο ικανός ακόμα. Τα
χάσανε. Τέλος πάντων χάναμε 2-1 από μία ομάδα με προπονητές και με και με… Χτυπάνε ένα σουτ και ο Αντρέας δεν το
θεώρησε. Απαλό ήταν και την κάνει έτσι με τον αγκώνα ο Αντρέας να χτυπήσει κάτω
να κάνει γκελ για να την πιάσει και χτυπάει σε μία πέτρα και πάει και μπαίνει στη γωνία γκολ. Και χάσαμε 3-1. Αυτογκόλ
δηλαδή 3-1.Φύγαμε με και από κει.
Γενικά ύστερα όλο και μεγαλώναμε.
..........................................
ΕΡ: Κάνατε
κάποιους αγώνες μέσα στη χρονιά με τον έναν ή με τον άλλο, κρατούσε κάποιος ένα
αρχείο κάτι σαν ομάδα που ήτανε, με χαρτιά;
ΔΗΜ:
Όχι. Ύστερα κάναμε. Τώρα μιλάω μετά που φύγανε οι μεγάλοι την δεκαετια του 50-60.
Μετά από το 80 που αναγνωρίσαμε την ομάδα κρατάγαμε τα χαρτιά μας Βγαίναμε
έρανο. .Εισιτήρια μαζεύαμε. Τα άλλα από την τσέπη μας, πληρώναμε τους διαιτητές
.Αλλά μέχρι τότε ήτανε…Άρτσι μπούρτσι;
ΕΡ: Το
κέφι μας
ΔΗΜ:
Όχι άρτσι μπούρτσι, το κέφι μας. Θα παίξει ο Ηλίας ο Μαυραγάνης σήμερα,
δεν θα παίξει ο Μήτσος, θα παίξει ο Κουμπουράς ,δεν θα παίξει ο…
ΕΡ: Είσαστε και αρκετοί τότε, η Κλένια είχε υλικό τότε.
ΔΗΜ: Πως δεν είχε υλικό. Όταν πήραμε την ομάδα αναγνωρισμένη τα πράγματα ζοριστήκανε προς το όφελος της ομάδας. Κόσμος ερχότανε (το 1980 και ύστερα). Πηγαίναμε να παίξουμε μπάλα στα Εξαμίλια παράδειγμα. Παίρναμε ένα λεωφορείο...γέμιζε.
ΕΡ: Τότε είχε και πρόγραμμα με ποιες ομάδες θα παίξετε;
ΔΗΜ:
Ναι ναι. Αφού παίζαμε πρωτάθλημα και τα παιδιά ήσαν όλα φιλότιμα και καλά.
Τερματοφύλακα είχαμε το Χρήστο τον Σκούρτη του Κατσά του Λεωνίδα το παιδί και
στα
πρώτα πέντε λεπτά τρώει γκολ πολύ, καλό παιδί. Στα Εξαμίλια παίζαμε με το Φάβα.
Λεει «βγάλε με αλλαγή» του λέω «δέκα γκολ να φας δεν σε βγάζω» ήμουνα
προπονητής εγώ δεν έπαιζα μπάλα. Τελοσπάντων ζορίστηκε. Η Τζένη (γυναίκα μου) τους
είχε πει στο δρόμο στο λεωφορείο. «Είδα ένα όνειρο ότι κερδίσαμε 3-1 και το
πρώτο γκολ το έβαλε ο Θωμάς. Λοιπόν τρώμε το γκολ στο πρώτο ημίχρονο. Τώρα
έρχεται η σειρά στο δεύτερο ημίχρονο. Στο
δεύτερο ημίχρονο βάζει ο Θωμάς το γκολ «Βάλτο άλλο γκολ …Βάλτο άλλο γκολ… Κλένια
θυμίσου ..Η νίκη είναι δική σου» .Ο Φάβας διώχνει το λεωφορείο. Πήγαν τα παιδιά
από τα Εξαμίλια στην Κόρινθο με τα πόδια γιατί πλήρωσε ο Πρόεδρος τον διαιτητή
Τέλος πάντων είχαμε ευτράπελα και διασκεδάζαμε. Στο Μπερμπάτι είχαμε πάει εκεί,
είχαμε παίξει στο Ξυλόκαστρο στη Νεμέα με όλες τις ομάδες. Εκείνες που είχαμε
του χεριού μας ήταν ο Σολωμός ο Άγιος Βασίλης.
ΤΖΕΝΗ: Ξέχασες να πεις όταν κάναμε την ομάδα
το πρώτο παιχνίδι δεν θυμάμαι ήταν φιλικό ή πρωτάθλημα φάγαμε 11 γκολ στο
Λουτράκι στον Ερμή. Στενοχωρήθηκαν τα παιδιά. Σκάσανε. Μου λέει ο Μήτσος Τραβά
μπροστά στο λεωφορείο να σταματήσουμε τον Ισθμό να κεράσουμε τα παιδιά .Λοιπόν
το ακούει ο Ζέπος άρχισε διαμαρτυρία. «Γιάννη σουτ» του λέει ο Μήτσος. «πληρώνεις
τίποτα;…όχι… μη μιλάς. Παιδιά κατεβείτε κάτου και πάρτε ότι θέλετε»…«ρε Μπαρμπα
Χάσαμε»…«και θα χάσουμε και θα κερδίσουμε τώρα ξεκινήσαμε Το λαχείο δεν το
πετυχαίνουν όλοι»
Κατέβηκαν τα παιδιά πήραν μία πορτοκαλαδίτσα. Αλλά ήσαν υπάκουα τα παιδιά… πολύ
υπάκουα.
Λοιπόν
ξένους είχαμε τον Βαμβακούλα από το Αγιονόρι. Σκούπας λεγότανε. Το Μερίκα. Λιμνιάτης.
Είχε πάρει η γυναίκα από δω. Είχαμε δυο-τρεις Όχι ότι ήταν ξένοι
Θεωρούσαμε δικοί μας. Είχαμε καλή ομάδα και παίζαμε και καλά. Λοιπόν κόσμος; ..
γεμάτο το γήπεδο… γεμάτο το γήπεδο 150 άτομα 200. Και επίσης άκοuγανε τα παιδιά.
Τους φώναζα εγώ απέξω γιατί ο προπονητής πρέπει να φωνάζει. Άμα δεν φωνάζει
ξεχνιέται το παιδί. έφευγε το back μαρκάριζε μέχρι κάτω από τη σέντρα και
χάζευε, κοίταγε την μπάλα. «Γύρισε στη θέση σου». Λοιπόν πήγαιναν πολύ καλά τα
παιδιά. Μετά από τόσα χρόνια με βρίσκει τώρα ο Θύμιος του Σινάνου μου λέει «ρε σε
θυμάμαι τι ήσουνα ρε». Χτυπάω ένα φάουλ πάνω στη μεγάλη περιοχή, ήταν ο Γιάννης
της Καλιόπης τερματοφύλακας και εγώ το μισό τέρμα το έπιανα πάντα.Του έλεγα του
Γιάννη από κει εσύ από δω εγώ. Όπου τούλεγα έπιανε γιατί ήτανε κοντός ο
φουκαράς. Έπρεπε να κάτσει μέσα στη μέση και δεν έφτανε ύστερα. Βγάλαμε
τερματοφύλακες «Αλφα». Ο κόσμος στήριξε την ομάδα.. πολύς κόσμος. Μετά βγάλαμε
μπερέδες την άλλη χρονιά τα χρώματα της ομάδας. Φανέλες. Πήραμε δώρο από τη
Fiat 16 φόρμες της φοράγανε και στις ελιές. Πολύ ωραίες στολές ακόμα
κυκλοφορούν. Ήσαν υπάκουα τα παιδιά. Εμείς είμαστε οι παλιοί που αρχίσαμε να
υποχωρούμε. Ο Αντρέας ο Κασιμάκης, ο Θύμιος, ο Σινάνος, ο Μίμης ο Μαρδίκης
έπαιζε μπάλα και ο Αντρέας ο αδερφός του, τα Σπυρογιαννάκια .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου