Κυριακή 26 Μαρτίου 2023
Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023
Φόρος Δεκάτης
Πρᾶξις 185/16.6.1927
ὁ Πρόεδρος
Τα Μέλη
Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022
Κλενιάτικες ιστορίες : Ο Οδοντογιατρός.
Γράφει ο Γιώργος Δελής,
Τον πυρήνα της ιστορίας μου τον διηγήθηκε η κόρη του Αγγελική Δ. Τσάκωνα .Ο Αριστείδης Δήμας ήτανε ο παππούς μου από την μητέρα μου Αικατερίνη Δελή αδελφή της Αγγελικής.
Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022
ΠΑΣ Κλένιας - Γήπεδο.
Σημ. Οι φωτο είναι από το αρχείο του Πολιτιστικού Συλλόγου, ενώ στο τέλος δίνουμε ένα μικρό τμήμα της ηχογράφησης.
Νωρίτερα μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
είχε δύο ομάδες. Αφού μου είπαν εμένα να βάλουμε όνομα κλένια 1924 αλλά αφού
αναγνωρίστηκε η ομάδα πριν
Μία εποχή κάναμε δύο ομάδες. Εμείς οι πιο μικροί είμαστε Οι μικροί. Εμένα με βάζανε κάπου-κάπου μέσα γιατί τους έκανα αγγαρείες .Έπαιρνα την τριχιά από το σαμάρι και την πήγαινα να τη βάλουμε να φτιάξουμε το τέρμα από την μία κολόνα στην άλλη για τα γκολ. Ήμουνα και λίγο ζωηρούλης ε!! παίζαμε σιγά σιγά. Τα πρώτα παιχνίδια θα μουνα 13 χρόνων που έπαιξα . 13 χρόνων με φωνάζει ο Κολοβός. Ο Μήτσος ο Κολοβός έκανε κουμάντο και λέει «Αύριο πάμε στο Στεφάνι. Όποιος θέλει θαρθεί κοντά, όποιος δεν θα ρθει δεν θα ξαναπαίξει»
Τέλος πάντων εγώ και να μη μου λεγε έτσι,θα πήγαινα. Πάω εκεί πάνω. Το θυμάμαι τούτο δω έχει ιστορία. Με βάζουν μέσα γιατί έλειπε κάποιος μεγάλος. Δεν είχε έρθει. Με βάλανε μέσα Πέρασε σε κανένα τέταρτο μου κάνει ο μπάρμπα Κώστας ο Σουσάμης «ανιψιέ» μου κάνει μου δείξε με το χέρι. Ήταν ένα κόρνερ και μου στέλνει και με κεφαλιά το βάζω γκολ. Ε τι ήθελα να το βάλω το γκολ. Τρώω ένα σκαμπίλι από τον τερματοφύλακα τον Στεφανιώτη το Θανάση το Ριζογιάννη. Τάχασα .Τρέχει ο Νίκος. Ήταν Στεφανιώτης. Δεν θυμάμαι το επώνυμό. Ήταν ιδρυτής του Στεφανιού.
Ήρθε ο Κολοβόςς, ο Κόπανος, ο Αφθονίδης με είχε και ανιψιό «ρε γιατί το βάρεσες το παιδί;», «Γιατί μου έβαλε γκολ», «καλά σου έκανε ρε πρόστυχε» του λέει. Εγώ ύστερα φοβόμουνα να ζυγώσω κοντά και ήμουνα όλο ξέμπαρκος. Μου λέει ο Κολοβός. «Ε ρε μη φοβάσαι ρε, θα τους σκοτώσω ρε». Καραντούνιας ή Ριζόγιαννης λεγόταν ο Νίκος. Τέλος πάντων το βγάλαμε το ημίχρονο του λέω «βάλε κανένα άλλο μέσα». Στεναχωρήθηκα, έφαγα και σφαλιάρα 13-14 χρόνων ήμουνα. Μου ρθε η σκούφια γύρω. Βγαίνω έξω. Άκου να δεις περιπέτειες .Βγαίνω έξω και καθόμουνα. Έρχονται δύο παιδιά. «ρε έλα εδώ θα σε πάρει ο διάολος έβαλες γκολ». Βρε την προστυχία μου. Φυλαγόμουνα εγώ, έτρεχα με κυνηγάνε από πίσω. Βλέπω εκεί παράπλευρα στο γήπεδο στο βουνό είχαν στρώσει τις καπότες οι γέροι και ήταν ξαπλωμένοι και βλέπω μία καπότα και είχε ένα κενό. Πηδάω και πάω εκεί. «Βρε παιδί μου τι είναι» μου λέει .»Να με κυνηγάνε αυτά τα παιδιά, ρε μπάρμπα», «Τίνος είσαι ρε», «του Νικόλα του Κορδώση», «της Ελένης; εγώ έχω πρώτη ξαδέρφη τη μάνας σου. Ελάτε εδώ ρε τσογλάνια». Ήρθαν εκεί τους λέει «είσαστε δεύτερα ξαδέρφια, εγώ με τη μάνα του είμαστε πρώτα». Ε ηρεμήσαμε. Ήταν το πρώτο βάπτισμα του πυρός. Σαν να έπαιξα ολόκληρο ημίχρονο. Μετά τσούκου-τσούκου, τσούκου-τσούκου μετά ήρθε, μετά από τον Μποδοσάκη, το Σουσαμή, τον Αφθονίδη, τον Κολοβό, τον Κόπανο. Ε όλοι αυτοί αποχώρησαν. Είμαστε περίπου μετά τον πόλεμο μετά τον εμφύλιο.Έχω γεννηθεί το 1933.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς πήγατε στο Στεφάνι;
ΔΗΜ: Με τα πόδια. Με τα πόδια από τη Κουρδελιόπεσι.Από δω από τον Άγιο Παντελεήμονα. Βγήκαμε στον Αι-Λιά και πέσαμε από πίσω.
ΕΡ: Ταξίδι δηλαδή;
ΔΗΜ: Ήρωες αλλά. Ήρωες.
ΕΡ: Ήταν μία ώρα;
ΔΗΜ: Τέλος πάντων. Δεν μετράει η ώρα αυτή. Μετράει ότι παίξαμε καλή μπάλα.
ΕΡ :«και είχατε τραβήξει και το ποδαρόδρομο...».
ΔΗΜ: Και είχαμε τραβήξει και τον ποδαρόδρομο και μετά μας πήγανε σε ένα μαγαζί στου Σταμάτη και έφερε ένα κοφίνι ντομάτες και καμιά δεκαριά ρέγγες και πλακώσαμε το φαί' και μετά με τα πόδια στην Κλένια.
Μετά λοιπόν από τους Κόπανο, Αφθονίδη και τα λοιπά ήρθε η άλλη σειρά. Εγώ, ο Πλακούδας ο Μήτσος ο Μπακλώρης του Σπύρου. Πολλά παιδιά, ο Αντρέας του Κασιμάκη, ο Ντίνος του Παπά Σιαπκαρά, ο Γιάννης του Παντελή του Σιαπκαρά που ήταν καλός τερματοφύλακας, ήταν κοντός αλλά ήταν πολύ καλός τερματοφύλακας .Μετά τον Σιαπκαρά ανέλαβε ο Αντρέας ο Μπακλώρης. Τούτος εδώ ήταν πολύ καλός τερματοφύλακας. Ο Γιάννης ήταν καλός τερματοφύλακας μόνο που ήταν κοντός αλλά τον βoήθαγα εγώ. Εν τω μεταξύ οι μεγάλοι δεν αποχώρησαν τελείως... Όποτε θέλανε ερχόντουσαν και παίζανε.
Είχαν κλείσει εκείνη τη φορά μία ομάδα την Ελλάς Βέλου. Ήταν η πρώτη ομάδα εδώ στην Πελοπόννησο. Μας κάλεσε ο Κολοβός και πήγαμε στου Νικόλα του Μπακλώρη το μαγαζί. Δεν το είχε φτιάξει ακόμα. είχε φτιάξει τους τοίχους. Και κάτσαμε εκεί μέσα και μας είπε «αύριο θα ρθει μία ομάδα που πρέπει να τη νικήσουμε για να κάνουμε και λίγη χαρά στο χωριό. Δεν θα θυμώσει όποιος δεν παίξει. Θα φέρουμε και απο το Χιλιομόδι τον Τσέτο, τον Τάσο το Καλαρά του Τεντόρου το παρατσούκλι και θα φέρουμε ή το Ζαχάρη για τερματοφύλακα ή αν δεν έρθει ο Ζαχάρης θα φέρουμε τον Γιάννη το Μέξια». Αυτός που πούλαγε παγωτά στα σχολεία. Ε εμείς είπαμε «εντάξει δεν έχουμε αντίρρηση». Μετά πήγαν να μας το ξανακάνουν και αποφασίζουμε….
ΕΡ: Όταν ήρθε αυτή η ομάδα νικήσαμε;
ΔΗΜ:Νικήσαμε ναι νικήσαμε Μέχρι που σουρούπωσε παίζαμε. Ήταν και ο Κολοβός πολύ μαφία. Στήνει ένα φάουλ και σημαδεύει το διαιτητή. Τον παίρνει στο στομάχι και το ρίχνει κάτω. Εκεί φάγαμε πολύ ώρα, η νύχτα προχώρησε και είμαστε 2-2 και έληξε 2-2. Εγώ δεν έπαιζα ούτε τα άλλα τα παιδιά.
Μετά λέει ο Κουμπουράς ο Παναγιώτης ο Δήμας του Θωμά, ο Πατάκας ο γέρος και τα άλλα παιδιά. Λέει «κάνουμε μία ομάδα μοναχοί μας τα δεύτερα ,και τουςπαίξουμε μία μέρα». Λοιπόν εντάξει. Πάµε στο Άργος το Σάββατο. Εγώ ένα τσουβάλι στάρι και ο Πατάκας ένα τσουβάλι βίκο, ο Κουμπουράς είχε λεφτά και ήρθε και πήγαμε στο Σελί και πήραμε μία στολή. Το πρωί λέμε «το γήπεδο είναι δικό μας ,θα παίξουμε εμείς», « Όχι θα παίξετε πιο νωρίς εσείς» λέει και ο Σινάνος» και να μην παραξηγηθούμε παιδιά. Κακώς το κάνατε τούτο δω. Έπρεπε να σας βοηθήσουν οι μεγάλοι. Να σας πει τι θα κάνετε. Τώρα θα παίξουμε και οι δύο ομάδες θα μαλώσουμε; Όχι. Θα παίξει η μεγάλη με τους μεγάλους του Αγίου Βασιλείου και οι μικροί με τους μικρούς. Θα παίξετε πρώτα οι μικροί και μετά θα παίξουμε μαζί».
ΕΡ: Δηλαδή είχαν και τα άλλα χωριά μικρές ομάδες;
ΔΗΜ: Κολοκύθια. Η μεγάλη ήρθε του Αγίου Βασιλείου και άλλη μια ομάδα, Δεν θυμάμαι ποια ομάδα είχαν καλέσει. Εντάξει. όταν πήγαμε να παίξουμε μπάλα ο μπαρμπα Μήτσος ο Σινάνος εδώ πιο κάτω στο σπίτι το δικό σου με περίμενε μου λέει «έλα Δημητράκη από σένα δεν περίμενα τέτοια πράγματα δεν θα παίξεις με τους μεγάλους» λέω «θα παίξω μπάρμπα Μήτσο, θα με φτύσουνε» «Όχι δεν θα παίξεις» Τέλος πάντων με έπεισε να μην παίξω με τους μεγάλους. Και έπαιξε ο Γιώρης του Αχιλλέα του Κορδώση. Παίξανε σε αυτή την ηλικία τα άλλα τα παιδιά που ήσαν πίσω ο Κοuμπουράς, ο Πατάκας, ο Λεωνίδας ο Σκούρτης, πολλά παιδιά. Λοιπόν κερδίσαμε 4-0 οι μικροί. Εμείς οι μεγάλοι χάσαμε. Εγώ δεν ήμουνα μεγάλος αλλά με πήρε η μπόρα. Αυτό δεν έπρεπε να γίνει… έγινε. Δεν με μαλώσανε τα παιδιά. Ε μετά συμπτυθήκαμε οι δύο ομάδες και παίζαμε μπάλα… καλή. Φέρναμε ομάδες από την Αθήνα. Μεγάλες ομάδες.
ΕΡ: Σαν ΠΑΣ Κλένιας;
ΔΗΜ: Ναι. Τον Άγιο Δημήτρη ομάδα δεύτερης ή τρίτης. Τον Κολωνό. Πολλές ομάδες που δεν θυμάμαι τώρα. Και τι κάναμε. Ερχόντουσαν από το πρωί και την ώρα το μεσημέρι που ήταν για φαγητό είχαμε πει στους γονείς μας «έχω να φέρω τρία παιδιά να φάμε». Άλλος δύο. Τρώγαμε και μετά πηγαίναμε στην ώρα στο γήπεδο και παίζαμε μπάλα.
ΕΡ: Αυτές τις ομάδες που τις βρίσκατε; δηλαδή από τον Κολωνό ποιος την ήξερε την ομάδα;
ΔΗΜ: Στον Κολωνό ήταν ο Κουλούτας , δούλευε εκεί πέρα.,
ΕΡ: Οι Αθηναίοι δηλαδή που ήσαν από δω;
ΔΗΜ: Ναι τα παιδιά που ήσαν στην Αθήνα μας τους βρίσκανε από δω κάτω που πρώτο μπαίνουμε στην Πλάτωνος πως το λένε; Είχαμε πάει κι εμείς στην Αθήνα είχαμε παίξει. Με εκείνους που είχαμε πολλά νταραβέρια ήταν τα Αθίκια, η Περαχώρα, το Χιλιομόδι που τρωγόμαστε σαν τα σκυλιά. Να λέω την αλήθεια δεν είμαστε… δεν ήτανε… Μαλώναμε κάθε φορά που θα παίζαμε. Μαλώναμε. Είχαμε σπάσει και ένα πόδι εδώ ο ξάδερφός μου του Μποδοσάκη ο αδερφός.Λοιπόν τώρα οι ικανότητες... Ήσαν όλα τα παιδιά σχεδόν δυνατά .
ΕΡ: Να σου πω, προπονητή ας πούμε όπως είναι τη σήμερον ημέρα, υπήρχε κάποιος που τα συντόνιζε αυτά;
ΔΗΜ: Όσο υπήρχαν οι μεγάλοι μέσα, γιατί ο Αφθονίδης άργησε να φύγει ο Κόπανος και ο Κολοβός άργησαν να φύγουν από την ομάδα ήσαν αυτοί… κουμάντα.
ΕΡ: Κάνατε κάποια προπόνηση;
ΔΗΜ: Αμέ… Προπόνηση!!!. Όταν φύγανε αυτοί πήγαινα εγώ. Τα πήγαινα μέχρι τηνΚλεισούρα. Τάφερνα από την Πάνω Κλένια κάτω και στο δρόμο έμενα πίσω εγώ. Τι να έκανα; δεν άντεχα. Σταμάτησα εγώ ύστερα να παίζω μπάλα.
Πήγαμε στην Περαχώρα. Ο Κολοβός ήταν πολύ αστείος και χαρούμενος δηλαδή και μας έδινε πάντα, πάντα ευχάριστος. Πήγαμε νωρίς στην Περαχώρα, περάσαμε είδαμε ότι ήτανε να δούμε, «πάμε να σας κεράσω» και μας έδωσε κι ήπιαμε και από κανά δυο τρία ποτήρια κρασί και μετά πήγαμε να παίξουμε μπάλα. Τέλος πάντων πήγαμε να παίξουμε μπάλα. Όταν πηγαίναμε στο Λουτράκι σταματήσαμε για λίγο ο Πατάκας είχε αδερφή παντρεμένη στο Λουτράκι. Λέει «εγώ παιδιά θα πάω να δω την αδερφή μου και θα .ρθω», του λέει ο Κολοβός «άμα δεν είσαι εδώ εμείς φεύγουμε», και πραγματικά φύγαμε. Και ο Πατάκας κατεβαίνει εκεί που ήσαν τα ταξιά να πάρει ταξί να ρθει. Ήσαν δύο ανθυπολοχαγοί. Λένε «Πού πας ρε μπάρμπα» λέει «Περαχώρα», «να ρθουμε και εμείς να μοιράσουμε τα έξοδα;», «Ναι». Αυτοί ήσαν ποδοσφαιριστές της Περαχώρας.
Άστα να πάνε στο καλό να πάνε… Και έρχεται ο Πατάκας στο ημίχρονο. Χάναμε 1-0. Λοιπόν παίξαμε μπάλα χάσαμε 3-1. Το ευχαριστηθήκαμε, μας χειροκροτήσανε απέξω… Φύγαμε.
ΕΡ: Στην
Περαχώρα πως πηγαίνατε και από δω και από κει; με το λεωφορείο;
ΔΗΜ: Όχι ήταν φορτηγό που είχε ο Παύλος ο Μαυραγάνης ακόμα. Ύστερα πήρε το
λεωφορείο.
ΕΡ: Πώς
το λέγανε το φορτηγό;
ΔΗΜ:
Μπουζούκο. Μετά πάμε και παίζουμε έναν αγώνα στον Πανεργειακό. Με τα δεύτερα
του Παναργειακού. Μετά πρώτα θάπαιζε ο Ολυμπιακός την ίδια μέρα. Λοιπόν πήγαμε.
Μας πήγε ο Γιώργης ο Δήμας με του Λια του Κάργα ένα φορτηγό που είχαν. Είχανε
πάει να φορτώσουν αγκινάρες και μας πήρανε. Μετά ένας εδώθε και άλλος κείθε. Τέλος πάντων παίξαμε μία
μπάλα… πολύ καλή μπάλα και είχαμε και πάρει το Σπύρο τον Τσίρτση το δάσκαλο μας
βοήθησε και δεν θυμάμαι είχαμε και έναν άλλον. Ο Αντρέας ο Μπακλώρης που ήταν τερματοφύλακας
ήταν πάντα άξιος και ικανός και εκείνη την ημέρα ήταν πιο ικανός ακόμα. Τα
χάσανε. Τέλος πάντων χάναμε 2-1 από μία ομάδα με προπονητές και με και με… Χτυπάνε ένα σουτ και ο Αντρέας δεν το
θεώρησε. Απαλό ήταν και την κάνει έτσι με τον αγκώνα ο Αντρέας να χτυπήσει κάτω
να κάνει γκελ για να την πιάσει και χτυπάει σε μία πέτρα και πάει και μπαίνει στη γωνία γκολ. Και χάσαμε 3-1. Αυτογκόλ
δηλαδή 3-1.Φύγαμε με και από κει.
Γενικά ύστερα όλο και μεγαλώναμε.
..........................................
Τετάρτη 20 Απριλίου 2022
Χριστός Ανέστη - Καλό Πάσχα !!!
Μετά από δύο χρόνια περιορισμών, λόγω της πανδημίας, φέτος θα εορτάσουμε το Πάσχα χωρίς περιορισμούς αλλά με στοιχειώδη μέτρα προφύλαξης.
Το πρώτο μου Πάσχα
Γρηγόριος Ξενόπουλος
Ω, ήταν τόσο όμορφα! H
άνοιξη είχε στολισμένες τις πρασινάδες με μαργαρίτες άσπρες και κίτρινες, με
ολοκόκκινες παπαρούνες και μ’ άλλα γαλάζια ή μαβιά αγριολούλουδα. Tι πολύχρωμο
το χαλί που απλωνόταν στα χωράφια! Tο έβλεπα κι από την ανοιχτή πόρτα της
εκκλησιάς, καθώς άκουγα τα ψαλσίματα, τις ευχές και τα ευαγγέλια. Tα ευαγγέλια
προπάντων μ’ άρεσαν πολύ. Eίναι τόσο ποιητικά αυτά που λένε πριν και μετά το
Πάσχα. Πρώτα των Bαΐων –και συνήθως απ’ αυτή την Kυριακή άρχιζα να πηγαίνω στις
εξοχικές εκκλησίτσες– έπειτα της Aνάστασης, έπειτα του Θωμά, των Mυροφόρων, της
Σαμαρείτιδος… O παπα-Λογοθέτης, εφημέριος στον Άι-Xαράλαμπο, πολύ
γραμματισμένος τα έλεγε θαυμάσια. Kι όχι ψαλτά με μπάσα και σικόντα, όπως σ’
άλλες εκκλησιές· αλλά διαβαστά, καθαρά, σταράτα, λέξη προς λέξη, και μ’
έκφραση, με τόνο ώστε να καταλαβαίνει το νόημα κι ο αγράμματος. Kι αλήθεια,
στις εκκλησίτσες εκείνες το περισσότερο πήγαιναν απλοί, ταπεινοί άνθρωποι του
λαού –ψαράδες, βαρκάρηδες, κηπουροί, μυλωνάδες. Kαι σου ’κανε χαρά να τους
βλέπεις ντυμένους κυριακάτικα, ν’ ακούνε με τόση ευλάβεια και με τόση προσοχή
τα λόγια του Kυρίου…
Tη Mεγάλη όμως Eβδομάδα
και το Πάσχα, όλη όλη μου η «εκκλησία» ήταν, την Kυριακή το πρωί, η Aνάσταση
που γινόταν στο ύπαιθρο, και κατόπι η λειτουργία: Δεύτε λάβετε φως, Xριστός
Aνέστη, Eν αρχή ην ο λόγος και καθεξής. Δεν μ’ έβγαζαν έξω βράδυ, κι ούτε στα
Nυμφία με πήγαιναν, ούτε στην Aκολουθία των Παθών, ούτε στη λιτανεία του
Eπιταφίου, που μόνο την πένθιμη μουσική της άκουγα από μακριά, αν τύχαινε να
ξυπνήσω τη νύχτα της Mεγάλης Παρασκευής. Έτσι δεν ήξερα καλά τι προηγήθηκε απ’
την Aνάσταση. Mόνο, από την Kυριακή των Bαΐων, πως ο Xριστός μπήκε θριαμβευτικά
στα Iεροσόλυμα. Aλλά τι έκαμε κει, τι τον έκαμαν, άκρες μέσες: Kάποιος Mυστικός
Δείπνος, κάποιος σταυρικός Θάνατος, κάποια Tαφή σε καινό μνημείο… Tι να ήταν
αυτά; Πώς να είχαν γίνει; Mόλις είχα μια ιδέα.
Kι άξαφνα… τα έμαθα όλα!
Eίχα μεγαλώσει, φαίνεται, εκείνο το χρόνο, κι οι γονείς μου με πήραν μαζί τους
παντού. Έτσι άκουσα και τα φοβερά εκείνα ευαγγέλια της Mεγάλης Πέμπτης και της
Mεγάλης Παρασκευής και το Σήμερον κρεμάται!… Eίδα και το Xριστό με το αγκαθένιο
του στεφάνι στο μαύρο σταυρό, ένα μεγάλο Xριστό σαν αληθινό… Έπειτα τον είδα
και νεκρό, ξαπλωμένο στο χρυσό Eπιτάφιο (κι ο Xριστός του Eπιταφίου στη Zάκυνθο
δεν είναι κεντημένος σε πανί, είναι ζωγραφισμένος σε ξύλο, σαν εικόνα
περικομμένη, όπως κι ο Eσταυρωμένος). Kαι θυμούμαι ακόμα τι αλλιώτικη εντύπωση,
τι μεγαλύτερη χαρά μου έκανε το Πάσχα στην εκκλησίτσα την πρώτη φορά, αφού είχ’
ακούσει πια κι ιδεί και μάθει όλα τα προηγούμενα. Mπορώ να πω πως αυτό ήταν το
πρώτο μου Πάσχα.
Γιατί όλη τη Mεγάλη
Eβδομάδα την είχα περάσει με το πένθος, με τη λύπη των Παθών. Eίχα
παρακολουθήσει το Xριστό στο μαρτύριό του, στην αγωνία του, στο θάνατό του·
είχ’ ακούσει και τη Διαθήκη του, είχα παρακαθίσει και στο Mυστικό Δείπνο, είχ’
ακολουθήσει και την εκφορά του, κλαίγοντας μαζί με τη Θλιμμένη Mητέρα, που κι
αυτή ακολουθούσε ζωγραφιστή σε μια μεγάλη εικόνα σαν αληθινή: ω γλυκύ μου έαρ,
γλυκύτατόν μου τέκνον … Γι’ αυτό το Xριστός Aνέστη μου έκαμε ύστερα τόση χαρά,
τόση αγαλλίαση· γι’ αυτό μου φάνηκε σα μιαν υπέρτατη ικανοποίηση, σα μια νίκη,
σαν ένας θρίαμβος. Eκείνος που φόρεσε για εμπαιγμό ψεύτικη πορφύρα. Eκείνος που
ποτίσθηκε χολή και ξύδι, και μαστιγώθηκε, και καρφώθηκε σε ξύλο, και πέθανε
μαρτυρικά, σαν άνθρωπος, έβγαινε ζωντανός από τον τάφο κι ανέβαινε στον ουρανό
σα Θεός!
Έτσι έπρεπε να είναι.
Για να μου δώσει τόση χαρά η Aνάσταση, έπρεπε να προηγηθεί το Πάθος· για να μου
κάμει τόση εντύπωση το Πάσχα, έπρεπε να γνωρίσω τη Mεγάλη Eβδομάδα. Mαθαίνοντας
όσα έμαθα εκείνο το χρόνο, μάθαινα τη ζωή, που ώς τότε ήμουν πολύ μικρός για να
την ξέρω, αφού οι γονείς που με φρόντιζαν και μ’ οδηγούσαν, δεν με πήγαιναν
παρά στις χαρούμενες κυριακάτικες λειτουργίες και με προφύλαγαν απ’ τα
λυπητερά, που δεν ήταν ακόμα για μένα. Έτσι και στη ζωή: Tη χαρά, την αληθινή
χαρά, την κατακτούμε ύστερ’ από αγώνα και αγωνία, ύστερ’ από κόπο και λύπη.
Πριν από κάθε μας Πάσχα, πρέπει να περάσουμε μια Mεγάλη Eβδομάδα.
Ω, αυτό το ξέρετε και
σεις απο τώρα. Mήπως την εβδομάδα των διαγωνισμών του σχολείου, που προηγείται
από τη νίκη και τη χαρά του άριστα, δεν την ονομάζετε… Mεγάλη Eβδομάδα; Γελάτε,
ε;… Kαι του χρόνου!
Σας ασπάζομαι
ΦAIΔΩN
Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος τρίτο, OEΔB, 1975
Κυριακή 3 Απριλίου 2022
Πρόσφυγες στην Κλένια -1922
Πράξις 46
Το Κοινοτικόν Συμβούλιον Της Κοινότητος Κλένιας συνελθόν εις Συνεδρίασην σήμερον την 14η του μηνός 8/βρίου έτους 1928 η μέρα της εβδομάδος Κυριακήν και ώραν 7ην μ.μ. εντός του Κοινοτικού Καταστήματος κατόπιν προσκλήσεως του κ.προέδρου αυτού Θωμά Γ. Δήμα. κοινοποιηθείσης ταύτης νομίμως και εμπροθέσμως εις ένα έκαστον Κοινοτικόν Σύμβουλον προς συζήτηση και ψήφισιν του κατωτέρου θέματος. Περί χορηγήσεως ή μή μέρους του Κοινοτικού Οικοπέδου “Πλάκας” εις στον αιτούντα πρόσφυγα εκ Θράκης και κατοικούνταν ενταύθα προ 5ετίας Στέφανον Καραντωνίδην. Ο κ.πρόεδρος κάμει εισήγησιν του μνηθέντος θέματος και το Σώμα μή ευρεθέν έν απαρτία αναβάλλεται η συζήτησης και ψήφισης του ανωτέρω θέματος δια την ερχομένην Κυριακήν ήτοι 21 8βρίου έ.έ. και ώραν 11-12 π.μ.
Ο Πρόεδρος Τα Μέλη
Πράξις 48
Πράξις 49………………………………………..